Διάβασα με ενδιαφέρον το άρθρο του κύριου Καψή στο capital.gr.
Οι σκέψεις μου πάνω στο θέμα:
(0) Από τη στιγμή που οι επιστήμονες λοιμωξιολόγοι, έχουν αποφανθεί ότι θα πρέπει να ανοίξουν τα σχολεία η μόνη συζήτηση που δικαιολογείται (με το δικό μου σκεπτικό) είναι η εξειδίκευση των μέτρων του ΕΟΔΥ για τη λειτουργία των Εκπαιδευτικών δομών. Εδώ η συζήτηση όμως είναι τεράστια. Ορισμένα από τα μέτρα που ανακοίνωσε η κυρία Υπουργός είναι πρακτικά ανεφάρμοστα και οποισδήποτε εκπαιδευτικός σχολείου το καταλαβαίνει.
(1) Είναι σαφές ότι η σύσταση που ισχύει για αριθμό ατόμων ανά τετραγωνικό δεν μπορεί να εφαρμοστεί στα σχολεία. Όποιος δεν το αναγνωρίζει αυτό, καλύτερα να σταματήσει να διαβάζει αυτό το κείμενο και να επισκεφθεί πρώτα το σχολείο της γειτονιάς του. Προσωπικά και σε αυτό το θέμα, θα δώσω και πάλι τον λόγο στους επιστήμονες. Αν πουν ότι επειδή είναι παιδιά (με ότι αυτό συνεπάγεται επιδημιολογικά) είμαστε οκ, τότε κόβεται μαχαίρι και αυτή η συζήτηση. Δεν το έχουν πει ακόμη.
(2) Βιντεοσκόπηση μαθημάτων. Στο δικό μου μυαλό είναι ακριβώς η ίδια ιστορία με τη σύγχρονη εκπαίδευση (online μαθήματα εξ’ αποστάσεως). Το Υπουργείο μάλλον δεν μπορεί να την βαφτίσει ως υποχρεωτική με αποτέλεσμα να κάνει συστάσεις ώστε να πραγματοποιηθεί χωρίς να υποχρεώνει. Νομικά μάλλον δεν μπορεί να περάσει από την Αρχή Διασφάλισης Προσωπικών Δεδομένων. Αν μπορούσε να περάσει, η οδηγία του Υπουργείου θα έλεγε ότι η βιντεοσκόπηση είναι υποχρεωτική. Το έργο το έχουμε ξαναδεί. Πετάς το μπαλάκι στους εκπαιδευτικούς με τα γνωστά ψευτό επιχειρήματα (“βάλτε πλάτη”, “μην γκρινιάζετε”, “είναι προσωρινό”, “σκεφτείτε τους μαθητές σας”, “σκεφτείτε το διπλανό σχολείο που κάνει”, “σκεφτείτε την αξιολόγηση που έρχεται”) και παραδίδεις τους εκπαιδευτικούς στην κρίση των δημοσιογράφων και των γονιών. Εγώ είμαι ο πρώτος που θα αναγνωρίσει ότι υπάρχουν εκπαιδευτικοί που κρύβονται πίσω από φτηνές δικαιολογίες και ανακοινώσεις ΟΛΜΕ/ΔΟΕ κλπ για να μην κάνουν τίποτα (σύγχρονη, ασύγχρονη κλπ) όσο τα σχολεία είναι κλειστά. Υπάρχουν όμως πολλοί (εκτιμώ ότι είναι η πλειοψηφία) που ανησυχούν πραγματικά για το θέμα παραβίασης των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων αλλά και για τη μορφή που μπορεί να πάρει η Εκπαιδευτική διαδικασία σε μια τάξη παρουσία καμερών. Και αυτοί, μαζί με τους άλλους, δυστυχώς τσουβαλιάζονται και γίνονται τροφή για τα θηρία. Για μένα δεν φταίνε ούτε οι Δημοσιογράφοι ούτε οι γονείς. Φταίει το Υπουργείο που ακολουθεί αυτή την άθλια πρακτική. Αλήθεια αν είχε αποφανθεί η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων ότι δεν υπάρχει κανένα θέμα με τη βιντεοσκόπηση θα υπήρχε περιθώριο αντιδράσεων από την πλευρά των Εκπαιδευτικών ή από τον κύριο Φίλη από τη ΔΟΕ/ΟΛΜΕ;
(3) Δεν μπορώ να καταλάβω όμως γιατί σύμφωνα με τον κύριο Καψή στοιχειοθετεί απειλή η προσφυγή στην Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων. Αν δεν αποφασίσει η Αρχή αυτή τι είναι σύννομο και τι όχι ποιός θα αποφασίσει; Όπως αποφασίζουν οι λοιμωξιολόγοι για το άνοιγμα των σχολείων έτσι αποφασίζει η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για την βιντεοσκόπηση των μαθημάτων μέσα στην τάξη παρουσία μαθητών. Ο καθένας στο αντικείμενο του. Και αυτό θα ήταν κάτι που θα έπρεπε να το είχε κάνει το Υπουργείο πριν ανακοινώσει βιντεοσκόπηση και όχι ο κάθε κύριος Φίλης. Αφού δεν το έκανε το Υπουργείο θα το κάνει (ορθώς) η ΔΟΕ/ΟΛΜΕ. Αν οι δημοσιογράφοι δεν αναγνωρίζουν την αρμοδιότητα της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων στο θέμα της ζωντανής βιντεοσκόπησης μαθημάτων μέσα σε τάξη με μαθητές ας μας πουν ποιος έχει την αρμοδιότητα αυτή.
(4) Το καλύτερο όμως το φύλαει για το τέλος ο κύριος Καψής. Γράφει λοιπόν:
“Αυτό που τους ενοχλεί είναι η εικόνα του καθηγητή της καθηγήτριας, μέσα από τη νέα τεχνολογία. Η βιντεοσκόπηση θα μπορούσε να είναι και μια άλλη μορφή αξιολόγησης.”
Διαφωνώ κάθετα με τη χρήση ενός προσωρινού μέτρου αμφιβόλου νομιμότητας (βιντεοσκόπηση μαθημάτων) ως μιας μορφής αξιολόγησης ακόμη και σε επίπεδο συζήτησης. Και το σημαντικότερο όλων: το ζητούμενο όλων μας (και του κύριου Καψή φαντάζομαι) είναι να συνεχιστεί με τον πιο πρόσφορο τρόπο η Εκπαιδευτική διαδικασία στην εποχή του κορωνοϊού ώστε να μη δημιουργηθούν κενά στις μαθήτριες και στους μαθητές. Ας αφήσουμε λοιπόν στην άκρη, για την ώρα μόνο και όχι γενικότερα, τα της αξιολόγησης και των διάφορων μορφών της. Όπως φαίνεται, πλησιάζει η ώρα να ανοίξει και αυτή η συζήτηση.